Глоссарий





Новости переводов

07 декабря, 2020

Το γλωσσάριο όρων της ακουστικής

23 сентября, 2017

Μεταφράσεις από ελληνικά σε ρωσικά

07 сентября, 2017

Τυπική σελίδα μετάφρασης

12 мая, 2017

Πρόσβαση της εταιρείας στην ρωσική αγορά προϊόντων και υπηρεσιών

14 апреля, 2016

Ιστορία μετάφρασης: ταξίδια και τουρισμός

29 апреля, 2015

Ιστορία μεταφράσεων:``Τι να φαω, για να χασω``, τα μυστικά του υγιεινού τρόπου ζωής

16 декабря, 2014

To Σύνταγμα της Ρωσίας έχει μεταφραστεί στα Ελληνικά



Глоссарии и словари бюро переводов Фларус

Поиск в глоссариях:  

επέμβαση (συν.απόκριση)

Глоссарий по проходческим щитам (тоннелингу)
    H δράση της αποτίμησης της βλάβης ή των επιπτώσεων και της διακρίβωσης του επιπέδου του περιορισμού και της δραστηριότητας ελέγχου που απαιτούνται μετά ένα συμβάν ή μια κατάσταση έκτακτης ανάγκης Σημειώσεις: 1. Εκτός από την αντιμετώπιση των θεμάτων ασφάλειας της ζωής και την εκκένωση, η επέμβαση εξετάζει επίσης τις πολιτικές, διαδικασίες και ενέργειες που πρέπει να ακολουθούνται σε περίπτωση έκτακτης ανάγκης. 2. Επέμβαση έκτακτης ανάγκης ή καταστροφής είναι το βήμα ή το στάδιο που ακολουθεί αμέσως μετά τη εκδήλωση μιας καταστροφή, όταν αρχίζουν οι ενέργειες, ως αποτέλεσμα του περιστατικού που συνέβη.


Response, английский
  1. The value of the quantity being measured as indicated or otherwise provided by a measuring instrument.

  2. Реакция - какая-либо реакция в широкой выборке обращающихся на рынке акций; развивается изолированно от ценовых движений, наблюдаемых в ведущих акциях;

  3. (ответная) реакция; частотная характеристика

  4. См. reply by the applicant

  5. A reaction by an organ, tissue or a person to an external stimulus  immune response 1. reaction of a body to an antigen 2. reaction of a body which rejects a transplant ‘…anaemia may be due to insufficient erythrocyte production, in which case the reticulocyte count will be low, or to haemolysis or haemorrhage, in which cases there should be a reticulocyte response’ [southern medical journal]

  6. A reaction of a body to an antigen

  7. N ответ, реакция primary ~ первичный ответ secondary ~ вторичный ответ stimulus ~ псхл. возбуждение-реакция tertiary ~ третичный ответ

  8. Ответ/ ответные действия

  9. Ответ

  10. Ответная реакция, отклик; срабатывание (механизма); характеристика; чувствительность (прибора) о ~ to dynamic loads реакция на динамические нагрузки

  11. In windows remote access, strings expected from the device, which can contain macros.

  12. "the action of assessing the damage or impact and to ascertain the level of containment and control activity required following an incident or emergency.




επιλογή επέμβασης (συν. επεξεργασία απόκρισης), греческий
    Η απόφαση σχετικά με την καλύτερη επέμβαση, αν και αυτό δεν είναι απαραίτητα μια συνειδητή διαδικασία.


υπολειμματική επικινδυνότητα, греческий
    Η επικινδυνότητα που παραμένει μετά την υλοποίηση των μέτρων προστασίας